Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

"Η πόρτα προς τα μέσα" της Φ. Γέμτου

   
   Θα δεις που θα 'ρθει μια μέρα που θα κοπεί η φωτογραφία στα δύο κι ο κόσμος τότε σα δυο κομμάτια καθρέφτη θα αιωρείται στο σύμπαν εις τον αιώνα τον άπαντα. Και ύστερα θα γεννηθεί κάπου αλλού, μακριά, στο άγνωστο πουθενά, μια άλλη σταθερά. Δεν ξέρω πώς ή γιατί. Ούτε γνωρίζω πόσες παράλληλες σταθερές λειτουργούν αυθαίρετα για πλάκα την ώρα που γράφω αυτά τα λόγια. 
   Εκεί στις ρωγμές, στα ημιτόνια, αναγνωρίζω το γαλάζιο σου μάτι στις κλειδαρότρυπες. Γνωριστήκαμε την ώρα του ύπνου, γι΄αυτό σε ξεχνώ τις στιγμές που πίνω τον καφέ μου ή περνάω το φανάρι. Στη σειρήνα του ασθενοφόρου αφουγκράζομαι λίγο από το βλέμμα σου μέσα στην αιωρούμενη κλειδαρότρυπα κι ύστερα η μνήμη καταρρέει . Σεντόνι το λένε. Σεντόνι της μνήμης. Όλα τα σεντόνια της μνήμης γεννήθηκαν από μια τέτοια αιτία, μη νομίζεις. Απ' την ανικανότητα να ταυτίσει κανείς την αίσθηση του ενστίκτου με την πραγματικότητα. Κι όλοι οι τρελοί δεν είναι τίποτε άλλο από χάρτινα καραβάκια αφημένα στο ποτάμι του γαλανού σου βλέμματος. 
   Οι καταρράκτες μάς περιμένουν σιωπηλά, να το θυμάσαι. Δεν απέχουν παρά μόνο μερικά εκατοστά από το δεξί σου πόδι. Ή το αριστερό. Δεν έχεις παρά να ανοίξεις την πόρτα του υπνοδωματίου σου, καθώς βγαίνεις, προς τα μέσα - εκείνοι που επιμένουν να ανοίγουν τις πόρτες του δικού τους σπιτιού πάντα  προς τα έξω, ποτέ δε θα σε καταλάβουν, μην προσπαθείς άδικα- κι ένας όγκος νερού θα συνθλίψει τη σπονδυλική σου στήλη. Να πέφτεις στο κενό με τη ροή που δε λυπάται τίποτα κι όλη σου η ύπαρξη να συμπυκνώνεται στο στομάχι σου. Για την ακρίβεια στο κέντρο του στομαχιού σου. Τόσο νερό πάνω από το κεφάλι σου, δεν μοιάζει, αλλά έχει το βάρος πολυκατοικίας. Κι όσο πέφτεις μέσα στην ανεξέλεγκτη υγρή ποσότητα, τόσο το βάρος γίνεται από πολυκατοικία, ουρανοξύστης, από ουρανοξύστης, ουρανοξύστες, πόλη, χώρα, ήπειρος, πλανήτης, σύμπαν, χάος, τίποτα. Κι ύστερα όλα αυτά μαζί, ταυτόχρονα. Δε μοιάζει αλλά το πιο βαρύ από όλα εν τέλει είναι το τίποτα. Να το θυμάσαι.
   Να είσαι προσεκτικός τα βράδια. Όταν σε συναντώ, μην παραλείπεις να με φιλάς και να με παίρνεις αγκαλιά. Για να 'χω να θυμάμαι,  ασυναίσθητα, σε ώρες καταιγίδας, τη μυρωδιά του λαιμού σου και το γλυκό σου στόμα. Κάπως έτσι νιώθουν ασφαλείς οι άνθρωποι. Και πλήρεις.


Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

"Εκείνα που μας όρισαν" της Φ. Γέμτου

Αποφθέγματα μικρών αντρών σε μεγεθυντικά βαζάκια.
Κάποτε μέτραγα μυρμηγκιά στην επιστροφή τους πριν πέσει η νύχτα.
Τώρα ξέρω πως δεν καταφέρνουνε να φτάσουνε πολλά, εκεί, στο μαύρο κενό του χώματος. Δεν προλαβαίνουν, γιατί περπατάς κι ας ακούγεται ασύμβατο μ' αυτό που λέμε. Κανείς δε φτάνει στην τρύπα του. Παραμορφώθηκαν τα σύνορα με τόσες παρεμβάσεις κι όλα λίγο πολύ με τρύπες μοιάζουν. 
Μιλάς πολύ. Ώρες ώρες πιστεύω πως έχεις μια αλήθεια μέσα σου που σπάζει κόκαλα. Μικρή με όριζε η ενέργεια των ματιών, καθόλου τα λόγια. Τα λόγια συχνά στέκονταν αντίθετα από τα μάτια. Έτσι ξεκίνησε η κοσμοθεωρία μου. Εκείνο που είμαστε στ' αλήθεια, σπάνια εκφράζουμε. Αργότερα άλλαξα γνώμη. Γιατί το να κοιτάς πίσω από τη δύναμη ενός βλέμματος είναι μάλλον υπόθεση καταστροφής για 'κείνους που κοιτούν αυτούς που αποφασίζουν στο τέλος με τα λόγια τους. Κι ας είχαν άλλες βλέψεις, πιο τρυφερές και πιο γενναίες. Τα λόγια υπήρξαν η επιλογή τους κι εμείς απλώς πνιγήκαμε στο βάθος ενός κύματος. 
Μιλάς πολύ. Ώρες ώρες πιστεύω πως έχεις μια αλήθεια μέσα σου που σπάζει κόκαλα. Σε σένα τα λόγια μιλούν πιο πολύ απ΄τα μάτια. Να μιαν άλλη εκδοχή. Τα μάτια σου μοιάζουν θολά. Έπρεπε να το καταλάβω, αλλά είχα αποφασίσει χρόνια να ακούω τα λόγια κι όχι τα μάτια. Είπα, τα λόγια είναι η επιλογή, στο τέλος όλων. Κι εσύ μιλάς πολύ. Μπερδεύτηκα στη δίνη της ευγλωττίας σου κι άφησα τα αφτιά να κάνουν τη δουλειά τους. 
Αποφθέγματα μικρών ανδρών σε μεγεθυντικά βαζάκια. Όταν τ' ανοίξεις κάποτε - γιατί ανοίγουν, θες δε θες, είναι θέμα επιβίωσης- μην εκπλαγείς που τόσα τίποτα όρισαν τη ζωή σου.

                                                                                                              Φ.Γ.